Ενώ το θερμόμετρο σκαρφαλώνει επικίνδυνα πάνω από τους 40 βαθμούς Κελσίου, δεκάδες συμπολίτες μας που ζουν στους δρόμους παραμένουν εκτεθειμένοι, χωρίς προστασία, χωρίς πρόσβαση σε νερό ή στοιχειώδεις συνθήκες ασφάλειας. Ο κρατικός μηχανισμός παρακολουθεί απαθής, τη στιγμή που η κοινωνία βράζει – κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Οι αστέγοι στην Κύπρο, άνθρωποι κάθε ηλικίας, γυναίκες και άνδρες, συχνά με προβλήματα υγείας ή ψυχικής ασθένειας, βρίσκονται εν μέσω καύσωνα δίχως πρόσβαση σε πόσιμο νερό, σκιερά σημεία ή ιατρική φροντίδα. Τα καταφύγια που θα έπρεπε να τους προσφέρουν έστω προσωρινή ανακούφιση, λειτουργούν με περιορισμένο ωράριο, συχνά χωρίς εξαερισμό ή βασικές υποδομές. Οι πόρτες των κοινωνικών δομών παραμένουν κλειστές τις κρίσιμες ώρες που η ζέστη γίνεται απειλητική.
Το Υπουργείο Εργασίας είχε εξαγγείλει πρόσφατα πρόγραμμα αντιμετώπισης καύσωνα με παροχή νερού και κλιματιζόμενων χώρων σε συνεργασία με τους Δήμους. Μέχρι σήμερα, ωστόσο, δεν έχει εφαρμοστεί ούτε στο ελάχιστο. Οι ασθενέστεροι συμπολίτες μας μένουν στο έλεος της τύχης τους, ενώ οι υποσχέσεις χάνονται στη γραφειοκρατία και την αδράνεια.
Καμία τηλεφωνική γραμμή έκτακτης ανάγκης δεν έχει ενεργοποιηθεί. Καμία προσωρινή λύση από πλευράς Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ούτε μία πρωτοβουλία για δημόσιους ψυκτικούς σταθμούς, ούτε η απλή τοποθέτηση δεξαμενών νερού στους δρόμους. Η εικόνα είναι ντροπιαστική: άνθρωποι καλυμμένοι με κουβέρτες για να προστατευτούν από τον ήλιο, πρόσωπα φουσκωμένα από αφυδάτωση, σώματα που υποφέρουν αθόρυβα.
Την ίδια ώρα, το κράτος προβάλλει την κοινωνική του πολιτική με δελτία Τύπου και «επιτεύγματα» για την καταπολέμηση της φτώχειας. Η απόσταση μεταξύ των ανακοινώσεων και της πραγματικότητας μεγαλώνει επικίνδυνα. Όταν οι ευπαθείς ομάδες αργοσβήνουν στους δρόμους και η πολιτεία απουσιάζει, δεν μιλάμε για κοινωνική πολιτική, αλλά για υποκρισία.
