22/11/2024
Κύπρος
Πολιτική

Ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Χριστοδουλίδη στην εκδήλωση «Μνήμες κατεχόμενης Γης» με αφορμή την επέτειο ανακήρυξης του ψευδοκράτους

Συμπληρώνονται σήμερα τέσσερις δεκαετίες από την πολύ θλιβερή εκείνη μέρα που οι Αττίλες κορυφώνοντας το κρεσέντο παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου, στις οποίες επιδόθηκαν ειδικότερα μετά τη βάρβαρη τουρκική εισβολή του 1974, ίδρυσαν στα κατεχόμενα εδάφη της πατρίδας μας ένα παράνομο μόρφωμα.

Αναμφίβολα, η ανακήρυξη του ψευδοκράτους το 1983 ήταν μέρος ενός ευρύτερου σχεδιασμού για νομιμοποίηση των τετελεσμένων της παράνομης κατοχής. Ενός σχεδιασμού που αγνοεί κατά τρόπο προκλητικό τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών 541 και 550 αλλά και τις αρχές και αξίες της ΕΕ. Μιας στρατηγικής που απαξιώνει τις εκκλήσεις της διεθνούς κοινότητας και περιφρονεί το Διεθνές Δίκαιο. Και για όλους αυτούς τους λόγους βρισκόμαστε εδώ, για να διατρανώσουμε το αυτονόητο, το γεγονός ότι το ψευδοκράτος, ως προϊόν κατάφωρης παραβίασης του διεθνούς δικαίου, ως προϊόν της παράνομης τουρκικής εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής, δεν μπορεί να αποτελέσει στοιχείο της βιώσιμης λύσης που επιδιώκουμε. Πολύ απλά γιατί από μία έκνομη, παράνομη ενέργεια δεν δύναται να παραχθεί Δίκαιο.

Διατρανώνουμε, λοιπόν, σήμερα, ξανά την απαίτησή μας και διεκδικούμε για ολόκληρο τον κυπριακό λαό, για τους Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Αρμένιους, Λατίνους και Μαρωνίτες, την επανένωση της πατρίδας μας χωρίς βαρίδια διαίρεσης, εξάρτησης και κηδεμονίας από τον όποιον τρίτο.

Ο αγώνας μας για ακύρωση των συνεπειών της εισβολής, για απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας δεν περιορίζεται στη δικαίωση του κυπριακού λαού. Η έκβαση του αγώνα μας αντανακλά στην ίδια τη διεθνή κοινότητα που έχει υποχρέωση να προστατεύει τις υψηλές αρχές Δικαίου, όπως πολύ ορθά κάνει σε παρόμοιες περιπτώσεις που βιώνουμε σήμερα με την παράνομη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία που δεν διαφέρει καθόλου από την παράνομη τουρκική εισβολή στην Κύπρο, της διεθνούς κοινότητας που έχει την ευθύνη να προστατεύσει την ελευθερία των λαών απέναντι στους κάθε φύσεως και προσελεύσεως επίβουλους και σφετεριστές.

Παρά το γεγονός ότι έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας, αυτός ο αγώνας δεν είναι μάταιος. Στον αγώνα απέναντι στην πάγια τουρκική επιδίωξη για υποβάθμιση και διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, για αναβάθμιση του παράνομου μορφώματος στις κατεχόμενες περιοχές, ο κυπριακός λαός επιδεικνύει απαράμιλλη ανθεκτικότητα.

Η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί την ασπίδα και το δόρυ του λαού μας. Ως πλήρες και ισότιμο μέλος της ΕΕ από το 2004, η χώρα μας είναι ένας δημιουργικός εταίρος με συμβολή, πάντα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της, στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων της εποχής μας.

Και γνωρίζετε καλά ότι αυτές τις μέρες στη γειτονιά μας, δυστυχώς, λαμβάνουν χώρα δραματικά γεγονότα με τα όσα συμβαίνουν στο Ισραήλ και στη Γάζα. Χωρίς αμφιβολία, τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας, όπως και του λαού μας, είναι στραμμένα στη Μέση Ανατολή.

Σε αυτή, λοιπόν, την καθοριστική χρονική συγκυρία, η Κυπριακή Δημοκρατία, ό,τι πιο πολύτιμο έχουμε, αξιοποιώντας την κομβική γεωπολιτική και γεωστρατηγική της θέση, τις άριστες διπλωματικές της σχέσεις τόσο με το Ισραήλ όσο και με τον αραβικό κόσμο, με τον οποίο μας συνδέουν στέρεοι, μακροχρόνιοι δεσμοί, και ως μέλος της ΕΕ που γειτνιάζει με την περιοχή, επιχειρεί να διαδραματίσει, επαναλαμβάνω στο πλαίσιο πάντα των δυνατοτήτων της, ενεργό ρόλο στις διεθνείς προσπάθειες για τη δημιουργία ανθρωπιστικών διαδρόμων, με σκοπό την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα.

Θέλουμε η πατρίδα μας να έχει ουσιαστική συνδρομή στην αντιμετώπιση μείζονων κρίσεων, όπως αυτή που εκτυλίσσεται στην περιοχή, θέλουμε να είναι γέφυρα ειρήνης και συνεργασίας, να είμαστε στην πράξη παράγοντας ασφάλειας και σταθερότητας. Και κάποιος μπορεί να διερωτηθεί γιατί αναφέρω όλα αυτά σε μια εκδήλωση για την καταδίκη της ανακήρυξης του ψευδοκράτους πριν 40 χρόνια. Διότι είναι μέσα από τέτοιες πρωτοβουλίες που αναβαθμίζουμε και τη διεθνή υπόσταση της χώρας μας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αποτελεί τη σημαντικότερη μας ασπίδα στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού.

Έχω την ισχυρή, έντονη πεποίθηση ότι δύο είναι οι παράγοντες που συνέβαλαν καθοριστικά στην επιβίωση του Κυπριακού Ελληνισμού μετά τον όλεθρο του 1974, μετά την καταστροφή που έφερε η τουρκική εισβολή και για τόσα χρόνια η συνεχιζόμενη κατοχή: αφενός η διατήρηση και η ενίσχυση της Κυπριακής Δημοκρατίας – για αυτό πολύ συχνά επαναλαμβάνω ότι η σημαντικότερη μας επιτυχία σε εξωτερικό επίπεδο ήταν η ένταξή μας στην ΕΕ το 2004, οι παλαιότεροι θα θυμούνται ότι όταν ξεκινούσε αυτή η προσπάθεια το καλοκαίρι του 1990, πολύ λίγοι ήταν αυτοί που πίστευαν ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα μπορούσε χωρίς την επίλυση του Κυπριακού να γίνει κράτος μέλος της ΕΕ. Άρα, η συνεχής αναβάθμιση της διεθνούς υπόστασης της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν αυτό που συνέβαλε καθοριστικά και είναι ένας τομέας που δίδουμε ιδιαίτερη σημασία, και αφετέρου η συντήρηση της ιστορικής μνήμης των κατεχόμενων, σήμερα, εδαφών μας.

Αυτή η μνήμη της κατεχόμενης γης μας αποτελεί την κινητήρια δύναμη του φρονήματός μας, των προσπαθειών μας, του αδιάλειπτου αγώνα μας που τροφοδοτεί τη βαθιά μας πίστη ότι ναι, παρά τις δυσκολίες, τα προβλήματα και τις απογοητεύσεις, θα πετύχουμε τον στόχο μας να επανενώσουμε την πατρίδα μας. Η αντίσταση στη λησμονιά ως τροφός της ελπίδας για επιστροφή, ως αντίδοτο στον αδηφάγο χρόνο, αποτελεί το ισχυρότερο όπλο στον αγώνα μας σε σχέση με το εσωτερικό της πατρίδας μας. Αυτός είναι και ο λόγος που η Κυβέρνηση και διαχρονικά όλες οι Κυβερνήσεις, στηρίζουμε – και ως Υπουργός Εξωτερικών και τώρα ως Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και εγώ προσωπικά – έμπρακτα την ενίσχυση και τον εμπλουτισμό των δράσεων που συμβάλλουν στη διατήρηση άσβεστης της μνήμης της κατεχόμενης Κύπρου και σε αυτή την προσπάθεια, θα ήθελα απόψε δημόσια να αναγνωρίσω ότι ως κατεχόμενοι Δήμοι και Κοινότητες διαδραματίζετε τον πιο καθοριστικό ρόλο. Οι δράσεις, οι πρωτοβουλίες και οι ενέργειές σας, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη διάσταση του εσωτερικού, 50 χρόνια μετά, είναι καταλυτικής σημασίας. Και θα ήθελα απόψε με αφορμή την παρουσία μου εδώ, να σας ευχαριστήσω ολόψυχα εκ μέρους της κυπριακής Πολιτείας για όλα όσα προσφέρετε.

Βρίσκομαι ενώπιόν σας με σεβασμό και εκτίμηση. Στα πρόσωπά σας είναι χαραγμένη η αγωνία για το μέλλον της χώρας μας, της πατρίδας μας. Στο βλέμμα σας είναι ευδιάκριτος ο πόθος για την επιστροφή στους αγαπημένους τόπους. Από τη Μόρφου μέχρι τον Απόστολο Ανδρέα, από την Κερύνεια μέχρι την Αμμόχωστο και από όπου αλλού η μνήμη γυροφέρνει ασταμάτητα, μέρα και νύκτα, εδώ και σχεδόν μισό αιώνα.

Καθώς σήμερα συμπληρώνονται 40 χρόνια από την ανακήρυξη του παράνομου μορφώματος στα Κατεχόμενα, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η διαιώνιση του προβλήματος, η στασιμότητα και τα αδιέξοδα, πρέπει να το παραδεχτούμε, δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο την προσπάθεια επίλυσης του κυπριακού προβλήματος. Μεταφέροντας προσωπική εμπειρία από την τελευταία διαπραγματευτική διαδικασία, ναι, υπήρχαν θέματα στην ατζέντα των συζητήσεων που δεν υπήρχαν το 1976 όταν πρωτοξεκίνησαν οι συνομιλίες, που δεν υπήρχαν το 1983 όταν έγινε η ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Και τα λέω όλα αυτά γιατί, πέρα από την καταδίκη, δεν πρέπει σε καμιά απολύτως περίπτωση να εφησυχάζουμε, αλλά θα πρέπει – γιατί είναι η δική μας πατρίδα υπό κατοχή – να αναλαμβάνουμε συνεχώς πρωτοβουλίες, παρά τις δυσκολίες, τις απογοητεύσεις, τα προβλήματα που δημιουργεί η τουρκική πλευρά.

Ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο, από την πρώτη μέρα ανάληψης των καθηκόντων μου ανέλαβα την πρωτοβουλία για άρση του αδιεξόδου και εντείνω τις προσπάθειές μου, έτσι ώστε άμεσα να βρεθούμε ξανά στο τραπέζι των συνομιλιών και μέσω του διαλόγου, με πυξίδα τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και τις αρχές και αξίες της ΕΕ, κράτος μέλος της οποίας είναι η Κυπριακή Δημοκρατία και θα συνεχίσει να είναι μετά από μια ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού, να φτάσουμε στο επιθυμητό, σε μια βιώσιμη και λειτουργική λύση.

Ακούω συχνά και αν θέλετε είναι και μια απάντηση σε όσους επιμένουν ότι δήθεν πρέπει να διασαφηνίσουμε τι θέλουμε, τι επιδιώκουμε. Η απάντησή μας είναι πολύ απλή: Ζητούμε το αυτονόητο. Να ζούμε σε συνθήκες ασφάλειας και πολιτικής σταθερότητας. Θέλουμε να είμαστε πολίτες μιας χώρας, κανονικής, όπως πολύ σωστά είπε ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών το 2017, που να είναι χώρος ειρήνης και δημιουργίας, που θα διασφαλίζει σε όλους τους νόμιμους κατοίκους της τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ανάπτυξη και ευημερία. Θέλουμε να δώσουμε στα παιδιά μας το δικαίωμα να ζουν χωρίς τον φόβο για το αύριο. Αυτά ζητούμε, αυτά γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά, και τίποτε λιγότερο.

Είναι ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο και η κατεύθυνση της δράσης που ακολουθούμε και είναι σαφής. Καλούμε την Τουρκία – γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά ότι με την Τουρκία διαπραγματευόμαστε – να προσέλθει σε ειλικρινείς συνομιλίες, παραμερίζοντας έωλους και μαξιμαλιστικούς στόχους και ναι, να προσέλθει σε συνομιλίες που μπορούν να οδηγήσουν σε μια αμοιβαία επωφελή κατάσταση πραγμάτων μόνο μέσα από τη λύση του Κυπριακού.

Είναι γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, για μια αμοιβαία επωφελή κατάσταση πραγμάτων μέσα από τη λύση του Κυπριακού, που από την πρώτη μέρα επιδιώκουμε την ενεργότερη, πιο πρωταγωνιστική συμμετοχή της ΕΕ, γιατί όπως επανειλημμένως έχω τονίσει, πέρα από τα οφέλη που δύναται να προκύψουν για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, το Κυπριακό είναι πρωτίστως ευρωπαϊκό ζήτημα. Γιατί η Κυπριακή Δημοκρατία, επανενωμένη, ως μέλος της ΕΕ, στην οποία θα ισχύει και θα εφαρμόζεται το ευρωπαϊκό κεκτημένο και όλα τα οφέλη που εξυπακούονται μέσα από αυτή την ιδιότητα, θα αφορούν όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες της, χωρίς καμία απολύτως διάκριση.

Θα ήθελα να σας ενημερώσω απόψε ότι από την επικοινωνία που είχα χθες με τον Γεν. Γραμματέα του ΟΗΕ, αναμένω ότι θα υπάρξει τις επόμενες ημέρες, επιτέλους, ο διορισμός απεσταλμένου για να διερευνήσει το έδαφος για επανέναρξη διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού. Θα πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη για την οποία, σας διαβεβαιώ, από δικής μας πλευράς θα πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν για να είναι πετυχημένη. Δεν φοβόμαστε τις συνομιλίες και θέλω να στείλω αυτό το μήνυμα. Είπα προηγουμένως ότι γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά τι επιδιώκουμε μέσα από τον διάλογο. Δεν είναι η δική μας πλευρά που ανησυχεί ή φοβάται τις συνομιλίες. Και ναι, ένας τέτοιος διορισμός θα μας επιτρέψει να διερευνήσουμε τις προοπτικές.

Και επιθυμώ να επαναλάβω, για μία ακόμη φορά, ότι από δικής μας πλευράς θα κάνουμε ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις του διαλόγου. Θα αξιοποιήσουμε όλες τις ευκαιρίες που έχουμε ενώπιόν μας για να δούμε την πατρίδα μας επανενωμένη και θα εξαντλήσουμε κάθε προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση.

Το οφείλουμε στους ήρωές μας, πολλοί από τους οποίους προέρχονται από τους κατεχόμενους δήμους και τις κατεχόμενες κοινότητές μας, που υπερασπίστηκαν με τη ζωή τους την ελευθερία της χώρας μας, το χρωστούμε σε όλους εκείνους τους πρόσφυγες που έφυγαν από τη ζωή με τον πόθο της επιστροφής. Το απαιτεί η συνείδησή μας, το οφείλουμε στα παιδιά μας και στις μελλοντικές γενεές τούτου του τόπου.

Γι’ αυτό απόψε δηλώνω ενώπιόν σας, στις Επιτροπές Κατεχόμενων Δήμων και Κατεχόμενων Κοινοτήτων, στους πρόσφυγες, σε όλους τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε όλους τους Κύπριους ότι, συναισθανόμενος απόλυτα το βάρος της ιστορικής μου ευθύνης, θα συνεχίσω με την ίδια αποφασιστικότητα, με την ίδια μεθοδικότητα να πορεύομαι με μοναδικό γνώμονα, με βασική επιδίωξη, την ακύρωση των τετελεσμένων της κατοχής και την επανένωση τούτου του πολύπαθου τόπου.