Σεβαστό Ιερατείο,
Εκπρόσωποι κοινοβουλευτικών κομμάτων,
Έντιμε Γενικέ Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,
Πρώην Πρόεδροι Βουλής,
Αγαπητοί συνάδελφοι βουλευτές, συναδέλφισσες βουλεύτριες,
Αγαπητοί ευρωβουλευτές,
Έντιμη Υφυπουργέ Πολιτισμού,
Φίλοι δήμαρχοι, κοινοτάρχες και εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης στις ελεύθερες και στις κατεχόμενες περιοχές,
Αγαπητέ κύριε Χαραλαμπίδη, πρόεδρε της επιστημονικής επιτροπής της έκθεσης, κυρίες και κύριοι Μαραγκού, Παπαπολυβίου, Χατζηβασιλείου, Ενεπεκίδου και Χρηστίδη, μέλη της επιστημονικής επιτροπής της έκθεσης,
Φίλε Πρόεδρε του Σωματείου Πρώην Βουλευτών,
Αγαπητέ κύριε Επικεφαλής του Γραφείου Δημόσιας Διπλωματίας της Πρεσβείας της Ελλάδας, εκπρόσωπε του Πρέσβη της Ελλάδας,
Αγαπητές Επίτροποι Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Περιβάλλοντος και Νομοθεσίας,
Γενικοί διευθυντές υπουργείων, έφοροι, διευθυντές τμημάτων της δημόσιας υπηρεσίας,
Πρόεδροι και μέλη της Επιτροπής Αγνοουμένων και της Επιτροπής Αιχμαλώτων,
Πρόεδροι και μέλη ημικρατικών οργανισμών,
Πρόεδρε της Πανελλήνιας Επιτροπής Αγνοουμένων,
Εκπρόσωποι του Κυπριακού Ερυθρού Σταυρού,
Εκπρόσωποι του Συνδέσμου Αιχμαλώτων Πολέμου,
Πρόεδρε του Ιδρύματος Απελευθερωτικού Αγώνα ΕΟΚΑ,
Πρόεδρε της Κυπριακής Φιλοτελικής Εταιρείας,
Πρόεδρε και λοιπά μέλη του Συνδέσμου Ασυνόδευτων Φιλοξενηθέντων Παιδιών στην Ελλάδα 1974-1979,
Αντιπρόεδρε Συνδέσμου Παθόντων-Τραυματιών-Αναπήρων-Πολέμου,
Δυστυχώς, η αποψινή βραδιά δεν αφορά μια εκδήλωση όπως τις εκδηλώσεις που προλογίζoυμε συνήθως. Η αποψινή βραδιά αφορά κάτι πιο ουσιαστικό ακόμη και από την ίδια την έκθεση και τα εγκαίνιά της. Γιατί η αποψινή βραδιά είναι μια υπόσχεση ευθύνης: ότι δεν θα προσπεράσουμε την ιστορία, αλλά και ότι δεν θα αφήσουμε την ιστορία να μας προσπεράσει.
Η έκθεση της Βουλής των Αντιπροσώπων και του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία είναι μια δημόσια πράξη όπου η μνήμη δεν εκφράζεται μόνο με θρήνο ούτε περιορίζεται απλώς στην ιστορική αναφορά. Στη σύνθεση Αιγιαλούσης Επίσκεψις, έργο του ποιητή Κυριάκου Χαραλαμπίδη, από το οποίο προκύπτει σε παράφραση ο γενικός τίτλος της έκθεσης, διαβάζουμε ότι «το θηκάρι του πνεύματος είναι η μνήμηˑ η μόνη πατρίδα της ψυχής του ανθρώπου – χωρίς αυτήν αυτός δεν εννοείται». «Αυτά που γίνηκαν» -γράφει ο ποιητής μας, τον οποίο έχουμε τη μέγιστη τιμή να έχουμε και απόψε εδώ μαζί μας- «είναι καταχωρισμένα βαθιά μέσα στη μνήμη, που πολιτογραφεί τον πόνο του ανθρώπου. Δεν παραγράφονται ως πόνοςˑ ανήκουν στο κοινό ταμείο των λαών. Και τούτο μας ενώνει, κρατώντας ο καθένας το αναλογούν από τη μνήμη του, ως αναγκαίο και πολύτιμο συστατικό της ύπαρξής του».
Οι αναρίθμητες εκδηλώσεις που έλαβαν χώρα ειδικότερα φέτος είναι μια απόδειξη ότι ο πόθος για επιστροφή παραμένει άσβεστος και ότι η ανάγκη του ανθρώπου για ελευθερία είναι θεμελιώδης. Ημερίδες και συνέδρια συζήτησαν εμπεριστατωμένα την ιστορία των τελευταίων πενήντα χρόνων και όχι μόνο. Κάθε δήμος, κάθε κοινότητα, κάθε οικογένεια τίμησε τους μάρτυρές της. Στα σχολεία της Κύπρου οργανώθηκαν ποικίλες εκδηλώσεις που παρουσίασαν στους αυριανούς πολίτες μας το διπλό έγκλημα του 1974 και τις αλυσιδωτές και χρόνιες συνέπειές του. Όλες οι πράξεις αφύπνισης, στην πολιτική, στην κοινωνία, στην παιδεία, στον πολιτισμό, επιβεβαιώνουν τον τίτλο της μεγάλης αυτής έκθεσης που εγκαινιάζουμε απόψε. Με άλλα λόγια, θυμόμαστε και δεν ξεχνούμε! Και αυτή ήταν και είναι η αποστολή μας: να διασφαλίσουμε ότι για αυτήν ακριβώς τη βαριά κληρονομιά της συλλογικής μας μνήμης, για το χρέος της διεκδίκησης ενός ασφαλούς μέλλοντος για τα παιδιά μας, δεν συμβιβαζόμαστε με την παρούσα κατάσταση και την επικίνδυνη αμφιλεγόμενη ηρεμία. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, οι πεσόντες και άμαχοι νεκροί, οι αγνοούμενοι και οι οικογένειές τους, οι εγκλωβισμένοι, οι αιχμάλωτοι, οι εκτοπισμένοι αξίζουν δικαίωση.
Συμπληρώθηκαν φέτος 50 χρόνια από τις δύο ανοιχτές πληγές της χρονολογίας που στοιχειώνει την ιστορία μας. Από το προδοτικό πραξικόπημα της χούντας των συνταγματαρχών και των εδώ συνεργατών της, η Κύπρος οδηγήθηκε στη βάρβαρη τουρκική εισβολή. Είναι γνωστό ότι η Τουρκία περίμενε χρόνια μια αφορμή για τα διχοτομικά σχέδιά της και, υπό το πρόσχημα της «ειρηνευτικής επιχείρησης» αποκατάστασης της τάξης, όπως την αποκάλεσε, εισέβαλε στην Κύπρο, παραβίασε και συνεχίζει να παραβιάζει τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, θέτοντας υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή πέραν του 36% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, μια χώρας που είναι εδώ και είκοσι χρόνια μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως, ένα νησί μοιρασμένο με οδοφράγματα, Πράσινη Γραμμή και Νεκρή Ζώνη δεν ζει την κανονικότητα μιας ευρωπαϊκής χώρας, δεν απολαμβάνει το ευρωπαϊκό κεκτημένο, ούτε φωτίζει, όπως αξίζει στην ιστορία του και στον λαό του, το αύριο. Εγκαινιάζουμε την έκθεση της Βουλής με αίσθηση χρέους, ενώνοντας τη φωνή μας με τη φωνή όλων των συμπολιτών μας: μισός αιώνας κατοχής είναι πολύς. Πενήντα χρόνια είναι πάρα πολλά. Για αυτό, απελευθέρωση και επανένωση είναι στόχοι αδιαπραγμάτευτοι και η αποφασιστικότητά μας παραμένει δεδομένη.
Πενήντα χρόνια μετά, η μόνη ασφαλής πορεία είναι αυτή που θα κατορθώσει να φέρει την τουρκική πλευρά στις διαπραγματεύσεις, σ’ έναν ουσιαστικό διάλογο στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου, σε συνάρτηση με τα ελληνοτουρκικά και ευρωτουρκικά ζητήματα και βέβαια με προσοχή και χωρίς συνθήματα και λαϊκίστικες προσεγγίσεις. Δεν έχουμε την πολυτέλεια πλέον να βιώσουμε λάθη που θέτουν υπό αίρεση την ενότητα της χώρας μας. Οποιοσδήποτε επιπλέον λανθασμένος χειρισμός θα είναι καταστροφικός.
Η συμφωνημένη βάση λύσης της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, στηριγμένη στα σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών αποτελεί το μόνο πλαίσιο και τη μόνη συνθήκη, για να οικοδομήσουμε ένα γερό κοινό μέλλον για τις επόμενες γενιές Κυπρίων: Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων. Παρά τη συστηματική πολιτική δημογραφικής αλλοίωσης του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου από την Τουρκία και το κατοχικό καθεστώς, παρά τα θλιβερά νέα τετελεσμένα στην περίκλειστη περιοχή της Αμμοχώστου, παρά την προκλητική στάση στην κυπριακή ΑΟΖ, παρά την εμμονή του κατοχικού ηγέτη στη ρητορική των δύο κρατών, παρά τις δυσχέρειες αυτές και άλλες τόσες του εφιαλτικά πιθανού σεναρίου που ξεπροβάλλει, τολμούμε να πιστεύουμε και να εργαζόμαστε για αυτό που φαντάζει αδύνατο, αλλά δεν είναι.
Γνωρίζουμε ότι τα δεδομένα δεν είναι με το μέρος μας. Όμως, το σενάριο δεν μπορεί να είναι απίθανο, διότι έχουμε το συμφωνημένο πλαίσιο και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, έχουμε την προσωπική απεσταλμένη του γενικού γραμματέα, έχουμε την προστασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία μας δίδει τη μοναδική δυνατότητα να γίνει η Κύπρος πρότυπο σταθερότητας για την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, η οποία διαχρονικά πλήττεται από επισφαλή αστάθεια. Το σενάριο είναι ομολογουμένως δύσκολο, αλλά συνάμα και εφικτό.
Με ιστορική μνήμη, αλλά και με αυτοκριτική, με ρεαλισμό, με όραμα, με σκληρή δουλειά και με σεβασμό στη διαφορετική γλώσσα, θρησκεία και κουλτούρα της κάθε κοινότητας, η Κύπρος μπορεί -και αυτό θέλουμε- να γίνει μια γέφυρα πολιτισμών και ένα ειρηνικό καταφύγιο για όλους τους πολίτες της.
Καμία – μα καμία ευκαιρία δεν πρέπει να μείνει αναξιοποίητη, συμπεριλαμβανομένης ασφαλώς και εκείνης της επερχόμενης συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών το προσεχές διάστημα.
Μόνη λύση η ίδια η επίλυση του Κυπριακού και η μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα κράτος απαλλαγμένο από αναχρονιστικές εγγυήσεις και κατοχικά στρατεύματα. Ένα κράτος ελεύθερο με ίσα δικαιώματα για όλους τους νόμιμους κατοίκους του. Μόνη έγνοια μας, μια χώρα που θα αποτελεί πρότυπο και φωτεινό παράδειγμα για εμάς και κυρίως τις μελλοντικές γενιές.
Αρχής γενομένης την άνοιξη του 2023, η αρμόδια Υπηρεσία Ερευνών, Μελετών και Εκδόσεων της Βουλής και το Γραφείο της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, σε συνεργασία με το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, αλλά και τα μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής της εν λόγω έκθεσης που προσέφεραν τις πολύτιμες γνώσεις τους, διεκπεραίωσαν ενδελεχή έρευνα σε πρωτογενές και δευτερογενές υλικό, το οποίο φυλάσσεται σε τμήματα της δημόσιας υπηρεσίας, δημόσια και ιδιωτικά αρχεία, πνευματικά και πολιτιστικά ιδρύματα της Κύπρου και της Ελλάδας, κατεχόμενους δήμους, κοινότητες και σωματεία. Ένας μικρός συγκριτικά αριθμός από τις εκατοντάδες -αν όχι χιλιάδες των τεκμηρίων- που συλλέχθηκαν όλο αυτό το διάστημα, επιλέχθηκε με δυσκολία από τη μεγάλη ομάδα εργασίας. Οι πλείστες των φωτογραφιών και των πληροφοριών της έκθεσης περιλαμβάνονται στην ομώνυμη τρίγλωσση έκδοση που παρουσιάσαμε τον περασμένο Ιούλιο. Η έκδοση δεν αποτελεί απλώς έναν οδηγό της έκθεσης, αλλά λειτουργεί και αυτόνομα ως ένας τόμος γνώσης και θύμησης. Πέρα από το ευρέως διαφωτιστικό φωτογραφικό υλικό όμως, στην Κρατική Πινακοθήκη Σύγχρονης Τέχνης-ΣΠΕΛ θα δείτε οικογενειακά κειμήλια και άλλα ενθυμήματα, σπάνια δημόσια έγγραφα, συγκλονιστικά μηνύματα από τον Ερυθρό Σταυρό Κύπρου, πολύτιμες εκκλησιαστικές εικόνες και υλικό από τις τρεις θρησκευτικές ομάδες του τόπου μας, εικαστικά έργα μεταξύ άλλων από την Κρατική Συλλογή Κυπριακής Τέχνης και την προσωρινή Δημοτική Πινακοθήκη Αμμοχώστου, αρχαιότητες που εξιστορούν τη διάσωση και τον επαναπατρισμό τους.
Θεματική αφετηρία της έκθεσης είναι η ειρηνική ανθρωπογεωγραφία της Κύπρου πριν από το 1974, αλλά και τα σκοτεινά γεγονότα μέχρι και το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, με τη συνακόλουθη τουρκική εισβολή και τις επιπτώσεις της: πεσόντες, τραυματίες, αιχμάλωτοι, εγκλωβισμένοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι αγνοούμενοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι πρόσφυγες, καταυλισμοί προσφύγων, φιλοξενία προσφυγόπουλων στην Ελλάδα από ιδρύματα και οικογένειες με πρωτοβουλία της Ιεράς Μητροπόλεως του νομού Ηλείας. Παρουσιάζονται επίσης η οικονομική, ανθρωπιστική και ηθική συμπαράσταση προς τους πληγέντες, αλλά και οι προσπάθειες επιβίωσης των ίδιων των Κυπρίων μέσα από το αυξημένο ρεύμα μετανάστευσης. Η αποκατάσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κράτους και κοινωνίας ήταν, και συνεχίζει να είναι, μια μακρά και επίπονη διαδικασία επούλωσης πληγών, τις οποίες οι συνεχιζόμενη ημικατοχή κρατάει ανοιχτές. Παρουσιάζονται, μεταξύ άλλων, η στέγαση του προσφυγικού πληθυσμού, η επαναδραστηριοποίηση της οικοδομικής βιομηχανίας, η κατασκευή του αεροδρομίου Λάρνακας σε λιγότερο από τρεις μήνες, αλλά και σημαίνουσες πνευματικές στιγμές του τόπου. Ανάχωμα στη συνεχιζόμενη κατοχή αποτελούν διαχρονικά οι μαχητικές αντικατοχικές πορείες, τις οποίες τιμούμε επίσης εδώ.
Το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003 και η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004 ορίζουν για την Κύπρο μια νέα εποχή. Στην τελευταία ενότητα της έκδοσης προβάλλονται οι σχέσεις των δύο κοινοτήτων μετά το 1974, από τις πρώτες δικοινοτικές συναντήσεις πολιτικών κομμάτων και συνδικαλιστικών οργανώσεων τη δεκαετία του 1980 μέχρι και τη συντήρηση μνημείων από τη δικοινοτική Τεχνική Επιτροπή Πολιτιστικής Κληρονομιάς και τις δράσεις της δικοινοτικής Τεχνικής Επιτροπής για τον Πολιτισμό, οι οποίες κρατούν το παρόν γόνιμο για αναστοχασμό. Η σύληση της πολιτιστικής κληρονομιάς και το πλήγμα στον νεότερο κυπριακό πολιτισμό αποτελεί μια σημαντική ενότητα της έκθεσης, με τις προσπάθειες, εντούτοις, για διάσωση και αποκατάσταση πολλών μνημείων μας να διατηρούν ζωντανή την ελπίδα για λύση και επανένωση. Σε κάθε περίπτωση, το 1974 δεν παύει να αποτελεί τομή και πηγή έμπνευσης για τη σύγχρονη τέχνη της Κύπρου, της Ελλάδας, αλλά και άλλων χωρών, όπως φαίνεται ενδεικτικά από τα κορυφαία δείγματα λογοτεχνικής, θεατρικής και εικαστικής δημιουργίας που φιλοξενούνται εδώ στη ΣΠΕΛ.
Απόψε ευχαριστούμε κάθε δημόσιο και ιδιωτικό φορέα για το υλικό που μας παραχώρησαν, καθώς και τους καλλιτέχνες και τους συλλέκτες που μας δάνεισαν τα έργα τους. Ολόψυχα ευχαριστώ τους πολίτες που στήριξαν με κάθε τρόπο αυτή την προσπάθεια, είτε με τα προσωπικά αντικείμενά τους και κειμήλια είτε με τις μαρτυρίες τους. Μακάρι να μπορούσα να αναφερθώ ξεχωριστά σε κάθε φορέα και σε κάθε φυσικό πρόσωπο που συνέβαλε, με τη γνώση και με την ψυχή, στην πραγματοποίηση της έκθεσης. Να μου επιτρέψετε, ωστόσο, να κάνω ειδική μνεία στο Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία και τους λειτουργούς του για την έρευνα και τη σημαντική συμβολή τους, καθώς και όλα τα μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής για τις ιδέες τους, αλλά και που μοιράστηκαν μαζί μας το δικό τους βίωμα. Ευχαριστώ βεβαίως τους χορηγούς επικοινωνίας μας, το ΚΥΠΕ, το ΡΙΚ και τον Ψηφιακό Ηρόδοτο, όπως και το Υφυπουργείο Πολιτισμού -και λειτουργούς- για την παραχώρηση του χώρου και τη στήριξη τους.
Κυρίες και κύριοι,
Σήμερα, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ευχαριστώ κάθε λειτουργό της Υπηρεσίας Ερευνών και Εκδόσεων της Βουλής ξεχωριστά. Η διεύθυνση και οι λειτουργοί της εν λόγω υπηρεσίας εργάστηκαν με απαράμιλλη αφοσίωση για το συγκεκριμένο εγχείρημα για πάνω από έναν χρόνο, συλλέγοντας σπάνιο υλικό, υπερβαίνοντας πιεστικά χρονοδιαγράμματα και ανταποκρινόμενοι σε περίπλοκες ή λεπτού χειρισμού διαδικασίες. Ευχαριστώ επίσης τους συνεργάτες του γραφείου μου για τον επαγγελματισμό τους, την αποτελεσματικότητα και την εμπιστοσύνη τους. Ευχαριστώ τη μουσειογράφο κ. Σκεύη Φαραζή, η οποία με παρατηρητικότητα και δημιουργικότητα μετέτρεψε αυτό τον υπέροχο χώρο σε έναν κόμβο της συλλογικής μνήμης, της ιστορίας και των αγώνων του λαού μας. Ευχαριστώ τέλος τους εξαίρετους συνεργάτες της Βουλής σε αυτή την έκθεση, τη Sinartisi Creative Consultants για το καλαίσθητο γραφιστικό αποτύπωμα και την Camassa Touch για την άρτια τεχνική υλοποίηση του σχεδιασμού. Όλοι τους πέτυχαν να φέρουν εις πέρας ένα απαιτητικό και πολυεπίπεδο τόλμημα, το οποίο συνδέεται άρρηκτα με το ζωντανό τραύμα της πατρίδας μας. Και αυτό το τραύμα, τον πόνο, την καρτερία και την ελπίδα, θα τα ακούσουμε σε λίγο από τους ταλαντούχους μουσικούς που ανταποκρίθηκαν στο αποψινό κάλεσμά μας και τους ευχαριστώ πολύ.
Στο σημείο αυτό και με αφορμή τη συνεργασία των δύο κοινοβουλίων Κύπρου και Ελλάδας, επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τον ομόλογό μου, Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων, φίλο Κωνσταντίνο Τασούλα, ο οποίος παρά το γεγονός ότι το επιθυμούσε, τελικά δεν κατέστη εφικτό να βρίσκεται απόψε μαζί μας. Γι’ αυτό και έχει αποστείλει μήνυμα το οποίο με χαρά και τιμή θα διαβάσω αυτολεξεί.
«Αξιότιμη κυρία Πρόεδρε,
Τα εγκαίνια, σήμερα στη Λευκωσία, της έκθεσης «Κύπρος 1974, η μνήμη είναι η μόνη πατρίδα των ανθρώπων» -και θα ακολουθήσουν τα εγκαίνια σε λίγες ημέρες και στην Αθήνα- αποτελούν μείζονος σημασίας γεγονός για πολλούς λόγους.
Πρώτον, είναι η οφειλόμενη μνεία των δύο Κοινοβουλίων μας προς τον ελληνισμό και τη διεθνή κοινότητα, σχετικά με τα φρικτά γεγονότα της τουρκικής εισβολής του 1974, της παράνομης κατοχής και της βίαιης εθνοκάθαρσης που συντελέσθηκαν τότε και συνεχίζουν έως σήμερα. Η διαρκής προσπάθεια για την αναίρεση της κατοχής καθορίζει τους πολιτικούς προσανατολισμούς του ελληνισμού όπως αυτοί εκφράζονται κατ’ εξοχήν από τα δύο Κοινοβούλιά του. Η παραβίαση του διεθνούς δικαίου, των βασικών κανόνων της διεθνούς συμβίωσης και του ανθρωπισμού, η βίαιη καταπάτηση της εδαφικής ακεραιότητας ενός κράτους-μέλους της διεθνούς κοινότητας, μέλους του ΟΗΕ, ήδη δε και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν γίνονται αποδεκτά. Τούτον τον αγώνα τον διεξάγει με συνέπεια και διάρκεια, και αυτονόητα με την αμέριστη συμπαράσταση της Ελλάδας, η Κυπριακή Δημοκρατία, για λογαριασμό όλων των πολιτών της, αλλά και στο όνομα της διεθνούς νομιμότητας σε ένα πανανθρώπινο επίπεδο. Επειδή, σε τελική ανάλυση, τη διεθνή τάξη στο σύνολό της υπηρετεί ο κοινός στόχος μας για αποκατάσταση της νομιμότητας στο βίαια και παράνομα διαιρεμένο νησί. Ας πέρασαν 50 χρόνια από τότε. Δεν ξεχνούμε. Και δεν αφήνουμε να ξεχαστεί.
Η έκθεσή μας, όμως, δεν αφορά αποκλειστικά σε τούτο το θεσμικό επίπεδο, δηλαδή στο επίπεδο της πολιτικής τάξης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως συστατικιών στοιχείων του σύγχρονου πολιτισμού, της διεθνούς νομιμότητας. Έμφαση δίδεται παράλληλα και στο προσωπικό βίωμα του Κυπρίου πολίτη. Στην εμπειρία της προσφυγιάς, στη μνήμη της, στους ανθρώπους που συνεθλίβησαν στον σκληρό πυρήνα της ζωής τους ως αποτέλεσμα της παράνομης τουρκικής βίας του 1974. Στους ανθρώπους που είτε χάθηκαν, είτε αγνοούνται ακόμη, στους συγγενείς των αγνοουμένων που ακόμη τους αναζητούν, στους πρόσφυγες του 1974, αλλά και σε όσους Κυπρίους μπορεί να μην έγιναν πρόσφυγες αλλά κλήθηκαν να οργανώσουν τη ζωή τους σε μια βαριά τραυματισμένη χώρα. Αναζητήθηκε με συνέπεια και με σεβασμό η δική τους οπτική γωνία: καθημερινότητα, μνήμες, καλλιτεχνική και πνευματική δημιουργία, αλλά και οι ελπίδες τους για την ενωμένη, δημοκρατική, ευρωπαϊκή Κύπρο του αύριο. Η έκθεση αναφέρεται κατ’ εξοχήν στη δική τους οπτική γωνία.
Αλλά η έκθεσή μας δεν εξαντλείται στην επισήμανση μιας ανθρωπιστικής καταστροφής. Επειδή αυτή η λαβωμένη, αιμάσσουσα Κύπρος σηκώθηκε ξανά στα πόδια της μετά το πλήγμα. Ο λαός και η δημοκρατική πολιτική της ηγεσία την ανοικοδόμησαν. Από την καταστροφή αναδύθηκε ξανά η Κυπριακή Δημοκρατία. Βρήκε τον δρόμο προς μια θαυμαστή ανάπτυξη που έγινε διεθνές πρότυπο, εδραίωσε τη δημοκρατία της, έγινε μέλος του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για μια βαρύνουσα δήλωση του ελληνισμού στο σύνολό του, και φυσικά πρωτίστως του ελληνισμού της Κύπρου: είμαστε εδώ, θα ακμάσουμε εδώ και θα αναιρέσουμε τα αποτελέσματα της βίας. Αυτό είναι ένα από τα βασικά μηνύματα της έκθεσής μας. Ο πόνος δεν είναι μόνο μνησιπήμων είναι και εγερτήριος!
Αξιότιμη κυρία Πρόεδρε,
Ως Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, βλέπω τη συμμετοχή του Ιδρύματος της στη σημερινή έκθεση ως μια εκδήλωση αναγνώρισης της βαριάς οφειλής της Ελλάδας προς την Κύπρο. Δεν θα πω ότι πρόκειται για κάποια «εκπλήρωση» της οφειλής, επειδή δεν θα εκπληρωθεί και δεν θα λήξει ποτέ αυτή η οφειλή, ακόμη και μετά την αναίρεση της κατοχής. Η διαιρεμένη Κύπρος είναι μια αβάστακτη σκέψη για την Ελλάδα, για τη Βουλή των Ελλήνων -επιτρέψτε μου να προσθέσω, και για εμένα προσωπικά, καθώς είμαι μέλος της γενιάς που διένυε τη νεότητά της το 1974 και η καταστροφή που επήλθε τότε μας καθόρισε. Η δημοκρατική Ελλάδα, κυρία Πρόεδρε, δεν ξεχνά.
Η άψογη συνεργασία της Βουλής των Αντιπροσώπων και του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων κατέστησαν δυνατή την πραγματοποίηση αυτής της έκθεσης. Θα ήθελα να συγχαρώ τα στελέχη της Βουλής των Αντιπροσώπων -τους συνεργάτες σας- και τα στελέχη του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων -τους δικούς μου συνεργάτες- για την εργασία που εισέφεραν και για την παρουσίαση που με τόση ενσυναίσθηση και ευαισθησία μας προσφέρουν. Πρέπει να ευχαριστήσω τα μέλη της επιστημονικής επιτροπής που κινητοποιήθηκαν σε αυτή την προσπάθεια. Οφείλω, οπωσδήποτε, να ευχαριστήσω προσωπικά εσάς, και για την συνεργασία αυτή, αλλά και για την άψογη, αδελφική και δημιουργική συμπόρευση των δύο Κοινοβουλίων μας. Τούτη η συμπόρευση των αντιπροσωπευτικών σωμάτων του ελληνισμού, έκφραση των δεσμών που τον ενώνουν και τους οποίους είναι χρέος όλων μας να υπηρετήσουμε, αναδεικνύεται και στη σημερινή κοινή μας προσπάθεια.
Με εκτίμηση και φιλία,
Κωνσταντίνος Τασούλας,
Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.»
Φίλες και φίλοι,
Κλείνοντας και καλώντας σας να παρακολουθήσουμε μαζί μια συνοπτική ξενάγηση της έκθεσης, να σας ενημερώσω ότι η αρμόδια υπηρεσία της Βουλής έχει προβεί ειδικότερα σε ενημέρωση των δημόσιων και ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων όλων σχεδόν των βαθμίδων, για να επισκεφθούν την έκθεση. Αυτή είναι η ουσία: να θυμόμαστε εμείς και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Να κρατούμε ζωντανή την ιστορική γνώση, να κρατούμε ζωντανή και την πίστη. Κανείς και καμιά δεν θέλει άλλο να ζει σε μισή πατρίδα. Και η Βουλή των Αντιπροσώπων στέλνει ηχηρό το μήνυμα ότι θα συνεχίσει να εργάζεται ακούραστα γι’ αυτό που φαντάζει αδύνατο, αλλά δεν είναι. Την απελευθέρωση και την επανένωση της Κύπρου μας.
Σας ευχαριστώ.